Τις τελευταίες ηµέρες, µε αφορµή το κλίµα γενικευµένης αβεβαιότητας που επικρατεί στον δηµόσιο βίο, πυκνώνουν οι φωνές εκείνων που διακρίνουν τον κίνδυνο του πολιτικού αδιεξόδου.
Οπως έχουν εξελιχθεί τα πράγµατα από τα τέλη Ιανουαρίου µέχρι και σήµερα, η κυβέρνηση του κυρίου Τσίπρα φαντάζει ως «πολιτικό µονοπώλιο». «Μα, ακόµη και να πέσουν αύριο το πρωί, ποιος θα έρθει;», είναι το πιο κοινότοπο ερώτηµα που ακούγεται όλο και πιο συχνά, από όλο και.....
περισσότερους. Και µπορεί σε άλλες περιόδους το ως άνω ερώτηµα να ήταν θέµα ολίγων δευτερολέπτων να απαντηθεί, όµως τώρα ίσως και να µην υπάρχει πειστική απάντηση.
Αυτό είναι, από τη µία, το πρόβληµα που αντιµετωπίζει το πολιτικό σύστηµα της χώρας και, από την άλλη, το συντριπτικό πλεονέκτηµα που διαθέτει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Ο κ. Τσίπρας, ο οποίος είναι αλήθεια ότι διανύει τις πιο δύσκολες ώρες από την ηµέρα που αποφάσισε να εισέλθει στην κεντρική πολιτική σκηνή, βλέποντας ότι δεν υπάρχει αντίπαλος, κινείται χωρίς να φοβάται ότι κάποιος, από κάπου τον απειλεί. Και στην πολιτική, όσα αυτογκόλ και να δεχθεί κανείς, όταν δεν διαθέτει αξιόµαχο αντίπαλο, δύσκολα µπορεί να χάσει το µατς.
Επειδή, όµως, είναι επικίνδυνο για την ίδια τη λειτουργία της ∆ηµοκρατίας να παγιωθεί ένα σκηνικό µονοκοµµατικότητας, ίσως θα πρέπει άµεσα να αναλάβουν πρωτοβουλίες όσοι αντιλαµβάνονται το βάρος της ευθύνης που τους αναλογεί απέναντι στην Iστορία.
Τα ψέµατα τελείωσαν. Πλέον, ακόµη και οι στενότεροι συνεργάτες του Αντώνη Σαµαρά παραδέχονται ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να υπάρξει πολιτικό cοmeback. Ο κ. Τσίπρας πρέπει άµεσα να αποκτήσει αντίπαλο για το καλό της χώρας. Για να σταµατήσει το παραµύθι «και ποιος θα έρθει;».
Ο σηµερινός αρχηγός της Ν.∆. οφείλει να δώσει διέξοδο στο πολιτικό αδιέξοδο που έχει δηµιουργηθεί. Να αναλάβει πρωτοβουλίες προκειµένου η Παράταξη να αποκτήσει άµεσα ηγέτη που θα µπορεί µε αξιώσεις να κερδίσει τον Τσίπρα. Γιατί, κακά τα ψέµατα -και, ειλικρινά, δεν είναι θέµα προσωπικό µε τον κ. Σαµαρά-, αν η χώρα οδηγηθεί σε εκλογικό αιφνιδιασµό, ελλοχεύει ένας µεγάλος κίνδυνος… Η Ν.∆. να καταγράψει πολύ µικρότερο ποσοστό από αυτό που απέσπασε στις εκλογές του Ιανουαρίου, γεγονός που θα την καταστήσει «µικρό παίκτη» στο πολιτικό σκηνικό.
Με απλά λόγια, υπό την ηγεσία Σαµαρά υπάρχει σοβαρό ενδεχόµενο η ελληνική Κεντροδεξιά να ακολουθήσει τον δρόµο, χωρίς επιστροφή, στον οποίο µπήκε µετά τις εκλογές του 2012 το ΠΑΣΟΚ.
Απέναντι στους ερασιτεχνισµούς της Αριστεράς είναι αναγκαίο να δηµιουργηθεί ένας πόλος που θα δίνει προοπτική νίκης, όποτε κι αν γίνουν εκλογές. Οσοι πραγµατικά θέλουν να απαλλαγούν από τον ΣΥΡΙΖΑ και την κυβέρνηση της Αριστεράς οφείλουν µε πράξεις κι όχι µε λόγια να οδηγήσουν τον κ. Σαµαρά στην πιο σωστή απόφαση της πολιτικής του διαδροµής, που δεν είναι άλλη από την αποχώρηση. Αλλωστε, για να «χάσει» ο Τσίπρας, προϋπόθεση είναι να βρεθεί εκείνος που θα τον κερδίσει. ∆ιαφορετικά, θα συνεχίσει να χάνει η Ελλάδα!